Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἐπίσκοπος Πενταπόλεως ὁ θαυματουργός (1846-1920) ὑπῆρξε ἀστέρι πρώτου μεγέθους πού ἀνέτειλε πάνω ἀπό τήν ἑλληνική γῆ, στόν πνευματικό οὐρανό τῆς Ἐκκλησίας. Ἕνας ἀπό τούς πιό δημοφιλεῖς καί πολυαγαπημένους ἁγίους τοῦ 20ου αἰῶνα. «Φῶς τοῦ κόσμου», «ἁλάτι τῆς γῆς» (Ματθ. 5,13), «εὐωδία Χριστοῦ» (Β΄ Κορ. 2,15), «μιμητής τοῦ Χριστοῦ» (Α΄ Κορ. 11,1). Ὁ ἅγιος τῆς ταπείνωσης, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ἀνεξικακίας καί τῆς ἀγάπης. Εἶναι τόση ἡ φήμη του ὥστε ὁ βίος του ἔγινε κινηματογραφική ταινία (διεθνής παραγωγή) μέ τίτλο «ὁ Ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ» (Man of God), ἐπί τῇ συμπληρώσει 100 ἐτῶν ἀπό τῆς κοιμήσεώς του (1920-2020).
Κατά τήν ἀξιολόγηση τοῦ σοφοῦ καί ἁγίου ἀειμνήστου Γέροντά μας Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου ὁ ἅγιος Νεκτάριος εἶναι «ἡ μεγαλύτερη προσωπικότητα τοῦ εἰκοστοῦ αἰώνα γιά τήν Ἐκκλησία καί γιά ὅλο τόν κόσμο· ἡ μεγαλύτερη δόξα τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας γιά τούς πέντε τελευταίους αἰῶνες· ὁ μεγαλύτερος θαυματουργός ἅγιος μετά τόν ἅγιο Νικόλαο πού φάνηκε τά τελευταῖα πεντακόσια χρόνια· ἀπό τούς μεγαλύτερους ἐκκλησιαστικούς διδασκάλους καί συγγραφεῖς μέ πλούσιο ἔργο πολύτιμο, γεμᾶτο ἀπό εὐσέβεια, σοφία καί χάρη Θεοῦ».
Ἀγάπησε τόν Χριστό ὅσο τίποτα ἄλλο καί ἔγινε μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ, ἔδωσε δηλαδή μαρτυρία γιά τόν Χριστό, μέ ἕναν κορυφαῖο τρόπο: ἔγινε Διδάσκαλος καί Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Συνηθίζουμε νά θεωροῦμε μάρτυρες μόνο αὐτούς πού ὑπέμειναν βασανιστήρια καί μαρτυρικό θάνατο γιά τόν Χριστό. Ἡ πρωταρχική ὅμως σημασία τῆς λέξης μάρτυρας εἶναι: αὐτός πού βεβαιώνει τήν ἀλήθεια ἑνός γεγονότος. Τοῦ ἁγίου Νεκταρίου ὁλόκληρη ἡ ζωή, καί ὄχι μόνο τό ὁσιακό τέλος, ἦταν μιά μαρτυρία, ὄχι ἁπλῶς ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἀλλά ὅτι ὁ Θεός «τόσο πολύ ἀγάπησε τόν κόσμο ὥστε ἔδωσε τόν Υἱό του νά θυσιαστεῖ γιά τή σωτηρία τοῦ κόσμου» (Ἰωάν. 3, 16).
Ὠνομάσθηκε «ἅγιος τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα»! Καί δικαίως, ἀφοῦ γέμισε ἡ οἰκουμένη ὁλόκληρη ἀπό τά θαύματά του σέ ἕνα ἀμέτρητο πλῆθος ἀνθρώπων. Φυσικά, τό μεγαλύτερο θαῦμα ἦταν ὁ ἴδιος ὁ ἑαυτός του. Τελευταίως γνωρίζουν μεγάλη διάδοση καί τά συγγράματά του, πλήρη πνευματικῆς γνώσεως καί ὠφελείας. Τό δέ ποίημά του «Ἁγνή Παρθένε» μελοποιημένο ἀπό τούς μοναχούς τῆς Σιμωνόπετρας Ἁγίου Ὄρους ψάλλεται ὅπου ὑπάρχουν ὀρθόδοξοι ἀνά τήν ὑφήλιο!
Ταπείνωσε τόν ἑαυτό του κάτω ἀπό τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ἄφησε ὅλες τίς φροντίδες του σ᾿ Αὐτόν ἐπειδή ἤξερε ὅτι Αὐτός φροντίζει γιά μᾶς (Α΄ Πέτρου 5, 6-8). Τίς λοιδορίες δέν τίς ἀνταπέδιδε· καί ὅταν ἔπασχε, δέν ἀπειλοῦσε. Ἐμπιστευόταν τόν δίκαιο Κριτή (Α΄ Πέτρου 2,23) πού ὄχι μόνο τόν ἐφρόντιζε, ἀλλά στόν κατάλληλο καιρό τόν ἀνύψωσε, γιά νά πρεσβεύει καί νά μεσιτεύει γιά ὅλους ἐμᾶς.
Τόν πίκραναν πολλοί, δέν πίκρανε κανένα. Ἦταν αὐστηρός στόν ἑαυτό του καί ἐπιεικής στούς ἄλλους. Δέν ἔμενε ποτέ στά φαινόμενα καί στήν ἐπιφάνεια, ἀλλά προχωροῦσε πάντοτε σέ βάθος. Δέν ἔμενε ποτέ στό «γράμμα πού σκοτώνει», ἀλλά προχωροῦσε στό «πνεῦμα πού ζωοποιεῖ» (Β΄Κορ. 3,6). Δέν νοιαζόταν γιά τό «ἀπ᾿ ἔξω τοῦ ποτηρίου καί τοῦ πιάτου» (Ματθ. 23,25) ἀλλά γιά τό «ἐντός», γιά τό ἐσωτερικό περιεχόμενο. Δέν νοιαζόταν γιά τό «θεαθῆναι», γιά τίς ἐντυπώσεις καί γιά τά μάτια τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά ἐργαζόταν «ἐν τῷ κρυπτῷ», «στό μυστικό ταμεῖο τῆς καρδιᾶς» (Ματθ. 6,6). Καί ὅλα αὐτά ἐπειδή φρόντιζε νά βάζει βαθειά μέσα του τά λόγια τοῦ εὐαγγελίου, τά λόγια τοῦ Χριστοῦ.
Τό μυστικό τῆς ἐπιτυχίας του εἶναι ὅτι ἄφηνε τά πάντα μέ ταπείνωση στά χέρια τοῦ Θεοῦ. Εἶχε μάθει νά κοπιάζει στό ἔργο τῆς προσευχῆς, πού γι᾿ αὐτόν σήμαινε παράδοση στό Θεό χωρίς ὅρους καί χωρίς ὅρια. Ἴσχυε γιά τόν ἅγιο Νεκτάριο σέ ὅλο της τό μεγαλεῖο ἡ ἐπισήμανση τοῦ συγγραφέα Βιργκίλ Γκεοργκίου ὅτι «ὁ ἱερέας δέν εἶναι ἄνθρωπος, ἀλλά ἡ θυσία ἑνός ἀνθρώπου πού προστίθεται στή θυσία τοῦ Χριστοῦ».
Ἴσως δέν ὑπάρχει ἄλλος σύγχρονος ἅγιος, πού νά συκοφαντήθηκε τόσο, ὅσο ὁ ἅγιος Νεκτάριος. Τό ἰδιαίτερο καί τό βαρύτερο στήν περίπτωσή του εἶναι ὅτι συκοφαντήθηκε καί πολεμήθηκε ἀπό πρόσωπα τῆς Ἐκκλησίας. Τά «βιολιά» τῆς λασπολογίας ἄρχισαν νά «παίζουν» ἀπό τήν Αἴγυπτο, ἀπό τό Πατριαρχεῖο Ἀλεξανδρείας. Τόν ἀκολούθησαν στήν Εὔβοια, ὅπου κι ἐκεῖ κλήθηκε σέ ἀπολογία γιά δῆθεν παραπτώματα. Καί κορυφώθηκαν στήν Αἴγινα μέ τίς βαρύτατες συκοφαντίες ἀπό τή μητέρα μιᾶς δόκιμης μοναχῆς γιά δῆθεν σχέσεις του μέ τίς μοναχές καί τήν ὕπαρξη ἀκόμη καί ἐξώγαμων παιδιῶν. Ἔτσι ὁ ἅγιος ἀξιώθηκε καί τοῦ πιό δύσκολου ἀλλά καί πιό ἔνδοξου μακαρισμοῦ τοῦ Χριστοῦ: «Μακάριοι εἶστε ὅταν σᾶς χλευάσουν καί σᾶς καταδιώξουν καί σᾶς κακολογήσουν μέ κάθε ψεύτικη κατηγορία ἐξαιτίας μου· νά αἰσθάνεστε χαρά καί ἀγαλλίαση, γιατί θά ἀνταμειφθεῖτε μέ τό παραπάνω» (Ματθ. 5, 11-12).
Ἡ ἐκ μέρους τοῦ ἁγίου ἀντιμετώπιση τῶν συκοφαντῶν του εἶναι μᾶλλον ἡ κορυφαία ἔμπρακτη διδασκαλία του, τό πιό ἔνδοξο καί φωτεινό του στεφάνι. Μέ τήν ἀπό καρδίας συγγνώμη του καί προσευχή του γιά τούς διῶκτες του μιμήθηκε τόν Ἐσταυρωμένο Κύριο τῆς Δόξης, πού συγχώρησε ἐμᾶς τούς σταυρωτές Του. Ἔδινε καί στίς μοναχές του γιά μνημόνευση τά ὀνόματα αὐτῶν πού τόν λασπολόγησαν, γιά νά τίς ἐξασκεῖ κι αὐτές σ᾿ αὐτό τό θεοποιό ἀγώνισμα τῆς συγγνώμης. Στή συγκλονιστική ἐπιστολή του πρός τόν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας, πού κατάφωρα τόν ἀδίκησε καί τόν ἔδιωξε, ὄχι μόνο σπεύδει νά τόν βεβαιώσει ὅτι ἤδη ἔχει συγχωρήσει ὅλους ὅσους τόν ἀδίκησαν ἀλλά ἔφθασε νά ζητάει ἐκεῖνος συγγνώμη γιά ὅ,τι τυχόν τόν παρεπίκρανε. Καί ἀργότερα, στήν πιό σκληρή δοκιμασία του, ἀκόμη καί τόν ἀνακριτή ὁ ὁποῖος πῆγε στό μοναστήρι καί -ἐκτός ἀπό τίς ὕβρεις- ἔφτασε νά σηκώσει καί χέρι ἐναντίον του, τόν συγχώρησε καί εὐχήθηκε γιά τήν ὑγεία του, ὅταν ἔμαθε ὅτι ἀρρώστησε βαριά.
Θυμίζει ἱστορίες τοῦ Γεροντικοῦ ἡ σκηνή, πού ἔξαλλος ὁ ἀνακριτής δείχνει στόν ἅγιο τό πηγάδι τῆς Μονῆς κατηγορώντας τον ὅτι ἐκεῖ πετάει «τά μούλικα», ἐνῶ ἡ μοναχή Θεοδοσία φωνάζει κλαίγοντας «Σεβασμιώτατε, ἐπί τέλους ἀπαντῆστε στόν ὑβριστή σας». Ἐκεῖνος νηφάλιος καί γαλήνιος σιωποῦσε ἔχοντας τό βλέμμα στραμμένο ψηλά καί στηριζόμενος στό μικρό του ραβδί ἔδειχνε τόν οὐρανό. Πῶς μετά νά μήν ἔχει ἤδη ἀπό αὐτή τή ζωή συναντήσεις μέ τόν ἄλλο ἅγιο τῆς συγγνώμης, τόν ἅγιο Διονύσιο Ζακύνθου! Ἔτσι ἐξομολογιόταν στόν Σιμωνοπετρίτη προηγούμενο Γέροντα Ἱερώνυμο: «Χθές εὑρισκόμην μετά τοῦ ἁγίου Διονυσίου», τοῦ ἔλεγε μέ ἁπλότητα, σάν νά ἐπρόκειτο γιά κάποιον σύγχρονο φίλο του. Πῶς νά μήν τόν βλέπουν τά μικρά παιδιά νά στέκεται σέ κάποιες ἀκολουθίες ἕνα μέτρο πάνω ἀπό τή γῆ!
Ἀκτινοβολοῦσε πρός ὅλους καί ἰδιαίτερα πρός τά πνευματικά του παιδιά τήν ὑγιῆ ταπείνωση καί ἀγάπη. Καί πολύ πονοῦσε ὅταν τά ἔβλεπε -καί ἰδιαίτερα τίς μοναχές του- νά μή καλλιεργοῦν σωστά τίς κορυφαῖες ἀρετές, τούς κορυφαίους καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν ταπείνωση καί τήν ἀγάπη, οἱ ὁποῖες ἀρετές οὐσιαστικά ταυτίζονται. Σέ μία μάλιστα ἐπιστολή του πρός τήν ἡγουμένη Ξένη ἐκφράζει ἔντονα αὐτή τήν ἀγωνία του. Καί τούς τονίζει ὅτι, ἄν οἱ νηστεῖες καί οἱ ἀγρυπνίες δέν στοχεύουν καί δέν καρποφοροῦν αὐτές τίς ἀρετές, τότε, ὅπως λέει, «ἐκπέσατε τῆς ἀποστολῆς σας καί ἀποτύχατε τοῦ σκοποῦ σας». «Γι᾿ αὐτό», τούς λέει ὁ ἅγιος, «ταπεινωθῆτε μέχρι ἐδάφους ἐνώπιόν τοῦ Κυρίου, διότι ὁ Κύριος βδελύσσεται τούς ὑψηλοκαρδίους, ἀγαπᾶ δέ καί ἐπισκέπτεται τούς ταπεινούς τῇ καρδίᾳ (Ἰακ. 4,6). Ἀγωνίζεσθε λοιπόν νά ταπεινώσετε τόν ἐγωϊσμό σας, πού μοιάζει μέ πολυκέφαλη Ὕδρα καί παρουσιάζεται ὡς ἀπείθεια, παρακοή, αὐταρέσκεια, δῆθεν γνώση καί φρόνηση ὅτι τά ξέρετε ὅλα, ἀπαίτηση, ἀξίωση, κενοδοξία, φιλοδοξία καί τόσα ἄλλα».
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος μᾶς δείχνει τό δρόμο πού ἀξίζει νά ἀκολουθήσουμε. Ἔγινε ὁ μέγαλος εὐεργέτης ὅσων τόν ἐπικαλοῦνται καί γιά τήν ὑγεία τοῦ σώματος πού εἶναι προσωρινή εὐεργεσία, ἀλλά πρό παντός γιά τήν ὑγεία τῆς ψυχῆς πού εἶναι τό πολυτιμότερο ἀγαθό. Μακάρι νά ἔχει ὁ ἄνθρωπος τή φώτιση καί τή σύνεση νά βλέπει καί νά κατανοεῖ τό μεγαλεῖο, τόν πλοῦτο καί τόν ἀνεκτίμητο θησαυρό τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
Ἀρχιμ. Ἰωήλ Νικολάου
Comments